“Ἕως” (η)· Αττικός τύπος του Ιωνικού ηώς· το γλυκοχάραγμα, η αυγή, τα χαράματα, το φως της ημέρας ΙΙ ιδίως η πρωία ως χρονικόν μέρος της ημέρας, συχνάκις εσήμαινεν ημέραν ΙΙ ενίοτε η ανατολή ΙΙ ως κύριον όνομα Ηώς, Aurora· η θεά της πρωίας ή αυγής, ήτις εξεγείρεται εκ του Ωκεανού, εκ της κλίνης του συζύγου της Τιθωνού
(Henry G. Liddell – Rober Scott, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης)